Επιθετικότητα στα παιδιά: Τι πρέπει να γνωρίζει κάθε γονιός
Τα παιδιά μπορεί να ενεργούν με επιθετικό τρόπο, λεκτικά και σωματικά, ως αποτέλεσμα της αίσθησης ότι απειλούνται ή όταν δυσκολεύονται να ρυθμίσουν τα συναισθήματά τους, να ελέγξουν τις παρορμήσεις ή να ερμηνεύσουν κοινωνικές ενδείξεις.
Γι’ αυτό, το σημαντικότερο βήμα είναι να κατανοήσετε τους λόγους για τους οποίους το παιδί συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο.
Οι εκρήξεις που αποτελούνται από χτυπήματα, κλωτσιές και ρίψεις αντικειμένων εμφανίζονται συχνά στη νηπιακή ηλικία και ως συμπεριφορά συμπεριλαμβάνονται σε αυτό που συχνά αποκαλείται «terrible twos and threes», δηλαδή τα «τρομερά δύο και τρία έτη».
Αυτές οι συμπεριφορές αποτελούν μέρος της φυσιολογικής αναπτυξιακής διαδικασίας και της μάθησης για τη ρύθμιση των συναισθημάτων. Πρόκειται για μια αυτοκαταπραϋντική διαδικασία και έναν τρόπο επικοινωνίας των αναγκών τους. Για παράδειγμα, το δάγκωμα στα νήπια μπορεί να οφείλεται στην καθυστερημένη ανάπτυξη της γλώσσας και στην επακόλουθη δυσκολία στις ανάγκες επικοινωνίας. Καθώς τα παιδιά μαθαίνουν αυτές τις δεξιότητες, συνήθως περιορίζουν σταδιακά τις εκρήξεις.
Ωστόσο, όταν οι σωματικά επιθετικές συμπεριφορές είναι δυσανάλογες με τις περιστάσεις και την ηλικία του παιδιού ή εάν επιμένουν, εντείνονται ή εμφανίζονται για πρώτη φορά μετά τα χρόνια του νηπιαγωγείου, αποτελούν «καμπανάκι» που πρέπει να εγείρει ανησυχίες για γονείς και δασκάλους.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά ενός επιθετικού παιδιού;
Σύμφωνα με το HealthDay, ένα επιθετικό παιδί γενικά δεν είναι ένα χαρούμενο παιδί. Ένα επιθετικό παιδί μπορεί να φοβάται ή να αντιλαμβάνεται λανθασμένα ως απειλή διάφορα ερεθίσματα ή καταστάσεις στο περιβάλλον του.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η επιθετική συμπεριφορά μπορεί να αντιπροσωπεύει μια άμυνα σε καταστάσεις που προκαλούν άγχος. Πρόκειται για αυτό που αποκαλείται ως αντίδραση μάχης στο στρες. Στα μεγαλύτερα παιδιά, η σωματική επιθετικότητα μπορεί να είναι αποτέλεσμα κακώς ελεγχόμενων παρορμήσεων ή αδυναμίας ρύθμισης των συναισθημάτων.
Τυπικά, η επιθετικότητα ακολουθείται από τύψεις. Ωστόσο, ορισμένα παιδιά μπορεί να μην κατανοούν πώς η επιθετικότητά τους επηρεάζει τους άλλους και μπορεί να μην μετανιώνουν για τις πράξεις τους. Μερικά παιδιά μπορεί να έχουν περιορισμένη ικανότητα να συμπάσχουν, ακόμα και όταν συνειδητοποιούν ότι έχουν προκαλέσει σωματική βλάβη.
Τι κάνει ένα παιδί να συμπεριφέρεται επιθετικά;
Οι υποκείμενοι λόγοι για επιθετικότητα στα παιδιά μπορεί να περιλαμβάνουν νευροαναπτυξιακές διαταραχές, όπως για παράδειγμα διαταραχή αυτιστικού φάσματος, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας, διαταραχή αντίθεσης, αγχώδη διαταραχή, καταθλιπτική διαταραχή ή διαταραχή που σχετίζεται με τραύμα και στρες.
Οι οικογενειακοί παράγοντες που μπορεί να συμβάλλουν στην επιθετικότητα στα παιδιά μπορεί να περιλαμβάνουν τη σκληρή ανατροφή, την κακοποίηση, την παραμέληση, τη χρήση ουσιών ή τις ψυχικές παθήσεις που δεν αντιμετωπίζονται, και τις οικογενειακές συγκρούσεις.
Οι εξωτερικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες που μπορεί να προκαλέσουν επιθετικές συμπεριφορές επίσης ποικίλλουν, για παράδειγμα εκφοβισμός στο σχολείο, επιρροή από επιθετικούς συνομήλικους ή έκθεση στη βία μέσω της τηλεόρασης, των βιντεοπαιχνιδιών ή άλλων μέσων κ.λπ.
Τι μπορώ να κάνω ως γονέας ή κηδεμόνας;
Είναι σημαντικό για τους γονείς και τους κηδεμόνες να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους για να διασφαλίσουν ότι οι επιθετικές συμπεριφορές στο παιδί τους δεν θα επιδεινωθούν και κανείς δεν θα πληγωθεί. Η έρευνα δείχνει ότι τα παιδιά μαθαίνουν καλύτερα μέσω του επαίνου και της επιβράβευσης της καλής συμπεριφοράς, ενώ η τιμωρία μπορεί να είναι επιβλαβής και λιγότερο αποτελεσματική (ή ακόμα και αναποτελεσματική σε ορισμένα παιδιά).
Τόσο οι γονείς όσο και οι δάσκαλοι μπορούν να αποκομίσουν οφέλη από τον έπαινο όταν τα παιδιά κάνουν κάτι καλό και την ανταμοιβή που ενθαρρύνει θετικές συμπεριφορές. Είναι σημαντικό οι γονείς να συντονίζονται με το σχολείο του παιδιού τους, ώστε όλοι οι ενήλικες που εμπλέκονται με το παιδί να κινούνται στην ίδια κατεύθυνση και να μπορούν να υποστηρίζουν το παιδί με συνέπεια.
Πότε πρέπει να ζητήσω βοήθεια;
Εάν η επιθετικότητα και οι εκρήξεις επιμένουν μετά το νηπιαγωγείο ή εάν η ένταση, η συχνότητα και η διάρκεια φαίνεται να είναι περισσότερες από τις αναμενόμενες για την ηλικιακή ομάδα ή/και να οδηγήσουν σε βλάβη στον εαυτό ή τους άλλους, είναι σημαντικό για τους γονείς και κηδεμόνες να συμβουλευτούν κάποιον επαγγελματία. Αυτός μπορεί να αξιολογήσει σωστότερα τη συμπεριφορά και να προτείνει μια θεραπεία εάν χρειάζεται.
Στα μικρά παιδιά, οι εφαρμοσμένες τεχνικές ανάλυσης συμπεριφοράς μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση των παραγόντων της επιθετικότητας, προσδιορίζοντας παράλληλα όσα συντηρούν ή εκτονώνουν την επιθετικότητα.
Η έρευνα δείχνει ότι η θεραπεία μπορεί να βοηθήσει τα μικρά παιδιά να αναγνωρίσουν τα συναισθήματά τους (συμπεριλαμβανομένης της απογοήτευσης), να μάθουν να τα διοχετεύουν με αποδεκτούς τρόπους και να επικοινωνούν τις ανάγκες τους.
Οι γονείς μικρών παιδιών συχνά συμμετέχουν σε συνεδρίες θεραπείας, ώστε να μπορούν να μάθουν για τα ερεθίσματα του παιδιού τους και τους πρακτικούς τρόπους πρόληψης της επιθετικότητας και αποκλιμάκωσης της επιθετικής συμπεριφοράς όταν συμβεί. Η συνεργατική επίλυση προβλημάτων είναι μια θεραπευτική τεχνική που διδάσκει στους φροντιστές να συνεργάζονται με το παιδί και να βρίσκουν ασφαλείς επιλογές και αμοιβαία αποδεκτές λύσεις.
Μια άλλη μορφή θεραπείας κατάλληλη για μικρά παιδιά και τους γονείς τους είναι η θεραπεία αλληλεπίδρασης γονέα-παιδιού ή PCIT. Αυτή η θεραπεία βοηθά τους γονείς να μάθουν να παραμένουν ήρεμοι και συνεπείς, θέτοντας τα κατάλληλα όρια και την πειθαρχία, στοιχεία στα οποία βασίζεται μια ισχυρή, ασφαλής και στοργική σχέση.
Τέλος, η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία (CBT) μπορεί να βοηθήσει τα μεγαλύτερα παιδιά να κατανοήσουν τη σύνδεση μεταξύ των σκέψεων, των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς τους και ως εκ τούτου να μάθουν θετικές στρατηγικές αντιμετώπισης.
Οι εκρήξεις που αποτελούνται από χτυπήματα, κλωτσιές και ρίψεις αντικειμένων εμφανίζονται συχνά στη νηπιακή ηλικία και ως συμπεριφορά συμπεριλαμβάνονται σε αυτό που συχνά αποκαλείται «terrible twos and threes», δηλαδή τα «τρομερά δύο και τρία έτη».
Αυτές οι συμπεριφορές αποτελούν μέρος της φυσιολογικής αναπτυξιακής διαδικασίας και της μάθησης για τη ρύθμιση των συναισθημάτων. Πρόκειται για μια αυτοκαταπραϋντική διαδικασία και έναν τρόπο επικοινωνίας των αναγκών τους. Για παράδειγμα, το δάγκωμα στα νήπια μπορεί να οφείλεται στην καθυστερημένη ανάπτυξη της γλώσσας και στην επακόλουθη δυσκολία στις ανάγκες επικοινωνίας. Καθώς τα παιδιά μαθαίνουν αυτές τις δεξιότητες, συνήθως περιορίζουν σταδιακά τις εκρήξεις.
Ωστόσο, όταν οι σωματικά επιθετικές συμπεριφορές είναι δυσανάλογες με τις περιστάσεις και την ηλικία του παιδιού ή εάν επιμένουν, εντείνονται ή εμφανίζονται για πρώτη φορά μετά τα χρόνια του νηπιαγωγείου, αποτελούν «καμπανάκι» που πρέπει να εγείρει ανησυχίες για γονείς και δασκάλους.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά ενός επιθετικού παιδιού;
Σύμφωνα με το HealthDay, ένα επιθετικό παιδί γενικά δεν είναι ένα χαρούμενο παιδί. Ένα επιθετικό παιδί μπορεί να φοβάται ή να αντιλαμβάνεται λανθασμένα ως απειλή διάφορα ερεθίσματα ή καταστάσεις στο περιβάλλον του.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η επιθετική συμπεριφορά μπορεί να αντιπροσωπεύει μια άμυνα σε καταστάσεις που προκαλούν άγχος. Πρόκειται για αυτό που αποκαλείται ως αντίδραση μάχης στο στρες. Στα μεγαλύτερα παιδιά, η σωματική επιθετικότητα μπορεί να είναι αποτέλεσμα κακώς ελεγχόμενων παρορμήσεων ή αδυναμίας ρύθμισης των συναισθημάτων.
Τυπικά, η επιθετικότητα ακολουθείται από τύψεις. Ωστόσο, ορισμένα παιδιά μπορεί να μην κατανοούν πώς η επιθετικότητά τους επηρεάζει τους άλλους και μπορεί να μην μετανιώνουν για τις πράξεις τους. Μερικά παιδιά μπορεί να έχουν περιορισμένη ικανότητα να συμπάσχουν, ακόμα και όταν συνειδητοποιούν ότι έχουν προκαλέσει σωματική βλάβη.
Τι κάνει ένα παιδί να συμπεριφέρεται επιθετικά;
Οι υποκείμενοι λόγοι για επιθετικότητα στα παιδιά μπορεί να περιλαμβάνουν νευροαναπτυξιακές διαταραχές, όπως για παράδειγμα διαταραχή αυτιστικού φάσματος, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας, διαταραχή αντίθεσης, αγχώδη διαταραχή, καταθλιπτική διαταραχή ή διαταραχή που σχετίζεται με τραύμα και στρες.
Οι οικογενειακοί παράγοντες που μπορεί να συμβάλλουν στην επιθετικότητα στα παιδιά μπορεί να περιλαμβάνουν τη σκληρή ανατροφή, την κακοποίηση, την παραμέληση, τη χρήση ουσιών ή τις ψυχικές παθήσεις που δεν αντιμετωπίζονται, και τις οικογενειακές συγκρούσεις.
Οι εξωτερικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες που μπορεί να προκαλέσουν επιθετικές συμπεριφορές επίσης ποικίλλουν, για παράδειγμα εκφοβισμός στο σχολείο, επιρροή από επιθετικούς συνομήλικους ή έκθεση στη βία μέσω της τηλεόρασης, των βιντεοπαιχνιδιών ή άλλων μέσων κ.λπ.
Τι μπορώ να κάνω ως γονέας ή κηδεμόνας;
Είναι σημαντικό για τους γονείς και τους κηδεμόνες να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους για να διασφαλίσουν ότι οι επιθετικές συμπεριφορές στο παιδί τους δεν θα επιδεινωθούν και κανείς δεν θα πληγωθεί. Η έρευνα δείχνει ότι τα παιδιά μαθαίνουν καλύτερα μέσω του επαίνου και της επιβράβευσης της καλής συμπεριφοράς, ενώ η τιμωρία μπορεί να είναι επιβλαβής και λιγότερο αποτελεσματική (ή ακόμα και αναποτελεσματική σε ορισμένα παιδιά).
Τόσο οι γονείς όσο και οι δάσκαλοι μπορούν να αποκομίσουν οφέλη από τον έπαινο όταν τα παιδιά κάνουν κάτι καλό και την ανταμοιβή που ενθαρρύνει θετικές συμπεριφορές. Είναι σημαντικό οι γονείς να συντονίζονται με το σχολείο του παιδιού τους, ώστε όλοι οι ενήλικες που εμπλέκονται με το παιδί να κινούνται στην ίδια κατεύθυνση και να μπορούν να υποστηρίζουν το παιδί με συνέπεια.
Πότε πρέπει να ζητήσω βοήθεια;
Εάν η επιθετικότητα και οι εκρήξεις επιμένουν μετά το νηπιαγωγείο ή εάν η ένταση, η συχνότητα και η διάρκεια φαίνεται να είναι περισσότερες από τις αναμενόμενες για την ηλικιακή ομάδα ή/και να οδηγήσουν σε βλάβη στον εαυτό ή τους άλλους, είναι σημαντικό για τους γονείς και κηδεμόνες να συμβουλευτούν κάποιον επαγγελματία. Αυτός μπορεί να αξιολογήσει σωστότερα τη συμπεριφορά και να προτείνει μια θεραπεία εάν χρειάζεται.
Στα μικρά παιδιά, οι εφαρμοσμένες τεχνικές ανάλυσης συμπεριφοράς μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση των παραγόντων της επιθετικότητας, προσδιορίζοντας παράλληλα όσα συντηρούν ή εκτονώνουν την επιθετικότητα.
Η έρευνα δείχνει ότι η θεραπεία μπορεί να βοηθήσει τα μικρά παιδιά να αναγνωρίσουν τα συναισθήματά τους (συμπεριλαμβανομένης της απογοήτευσης), να μάθουν να τα διοχετεύουν με αποδεκτούς τρόπους και να επικοινωνούν τις ανάγκες τους.
Οι γονείς μικρών παιδιών συχνά συμμετέχουν σε συνεδρίες θεραπείας, ώστε να μπορούν να μάθουν για τα ερεθίσματα του παιδιού τους και τους πρακτικούς τρόπους πρόληψης της επιθετικότητας και αποκλιμάκωσης της επιθετικής συμπεριφοράς όταν συμβεί. Η συνεργατική επίλυση προβλημάτων είναι μια θεραπευτική τεχνική που διδάσκει στους φροντιστές να συνεργάζονται με το παιδί και να βρίσκουν ασφαλείς επιλογές και αμοιβαία αποδεκτές λύσεις.
Μια άλλη μορφή θεραπείας κατάλληλη για μικρά παιδιά και τους γονείς τους είναι η θεραπεία αλληλεπίδρασης γονέα-παιδιού ή PCIT. Αυτή η θεραπεία βοηθά τους γονείς να μάθουν να παραμένουν ήρεμοι και συνεπείς, θέτοντας τα κατάλληλα όρια και την πειθαρχία, στοιχεία στα οποία βασίζεται μια ισχυρή, ασφαλής και στοργική σχέση.
Τέλος, η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία (CBT) μπορεί να βοηθήσει τα μεγαλύτερα παιδιά να κατανοήσουν τη σύνδεση μεταξύ των σκέψεων, των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς τους και ως εκ τούτου να μάθουν θετικές στρατηγικές αντιμετώπισης.